παραβλέπω

παραβλέπω
ΝΜΑ
παρορώ, αφήνω κάτι απαρατήρητο, προσπερνώ χωρίς να δω, χωρίς να προσέξω
νεοελλ.
1. παραμελώ με τη θέληση μου, αδιαφορώ
2. προσποιούμαι ότι δεν βλέπω ή δεν καταλαβαίνω, ανέχομαι να γίνεται κάτι, φαίνομαι επιεικής
2. βλέπω πολύ καλά, έχω άριστη όραση («βλέπει και παραβλέπει μάλιστα»)
3. βλέπω με φροντίδα και προσοχή, φροντίζω
αρχ.
1. βλέπω με πλάγιο τρόπο, ρίχνω πλάγιο ή λοξό βλέμμα, λοξοκοιτάζω («καὶ γὰρ παραβλέψας τι μειρακίσκης νῡν δὴ κατεῑδον», Αριστοφ.)
2. βλέπω με κακία
3. (κατά τον Ησύχ.) «καταφρονῶ»
4. (η μτχ. αρσ. ενεργ. ενέστ.) παραβλέπων
(κατά τον Ησύχ.) «στραβός»
5. φρ. «παραβλέπω θατέρῳ ὀφθαλμῷ»
α) κοιτάζω με υποψία
β) κοιτάζω κρυφά με τη γωνία τού ματιού μου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παραβλέπω — 1 παρέβλεψα και παράβλεψα βλ. πίν. 9 2 παραείδα βλ. πίν. 110 Σημειώσεις: παραβλέπω : η έννοια διαφοροποιείται ανάλογα με τον τρόπο που σχηματίζεται ο αόριστος. Με αόρ. παρέβλεψα (πρόθ. παρά) σημαίνει → κάνω πως δε βλέπω, ανέχομαι ή παραμελώ,… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • παραβλέπω — look aside pres subj act 1st sg παραβλέπω look aside pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλέπω — παράβλεψα 1. Βλέπω πολύ καλά: Βλέπω και παραβλέπω. 2. βλέπω κάπως, δεν βλέπω ικανοποιητικά: Μετά την εγχείρηση η γιαγιά δεν παραβλέπει. 3. κάνω πως δε βλέπω, αδιαφορώ, δε δίνω πολλή σημασία: Μπορεί να κάνει λάθη ο υπάλληλος, μα παράβλεπε και συ… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παραβλέπετε — παραβλέπω look aside pres imperat act 2nd pl παραβλέπω look aside pres ind act 2nd pl παραβλέπω look aside imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλεπόμενον — παραβλέπω look aside pres part mp masc acc sg παραβλέπω look aside pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλεψάμενον — παραβλέπω look aside aor part mid masc acc sg παραβλέπω look aside aor part mid neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλέπει — παραβλέπω look aside pres ind mp 2nd sg παραβλέπω look aside pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλέπομεν — παραβλέπω look aside pres ind act 1st pl παραβλέπω look aside imperf ind act 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλέπου — παραβλέπω look aside pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) παραβλέπω look aside imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραβλέπουσι — παραβλέπω look aside pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) παραβλέπω look aside pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”